Σελίδες

Κυριακή 15 Μαρτίου 2015

Χαιρετισμός του Δημάρχου Θεσσαλονίκης Γιάννη Μπουτάρη



«Ουδείς άπολις, μέχρις αν η των Θεσσαλονικέων η πόλις». «Κανείς δεν μένει χωρίς πατρίδα όσο θα υπάρχει η Θεσσαλονίκη», έγραφε στις αρχές του 14ου αιώνα, ο Νικηφόρος Χούμνος, γέννημα-θρέμμα Θεσσαλονικιός, βυζαντινός αξιωματούχος, φιλόσοφος και μοναχός. Οι αιώνες που ακολούθησαν έδειξαν πόσο αληθινό ήταν αυτό του το εγκώμιο προς την πόλη. Η Θεσσαλονίκη αποδείχτηκε φιλόξενος τόπος για χιλιάδες κυνηγημένους, έγινε πατρίδα πολλών εθνών και θρησκειών. Η Θεσσαλονίκη των Ελλήνων ήταν η Σολούν των Σλάβων, η Σελανίκ των Μουσουλμάνων, η Σαλονίκ των Φραγκολεβαντίνων και βέβαια η Σαλονίκη των Εβραίων. Μόνο στον εικοστό αιώνα, πρόσφυγες από τον Πόντο και τη Μικρά Ασία, έπειτα θύματα του Ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου, και, στις μέρες μας, άντρες και γυναίκες από την πρώην Σοβιετική Ένωση και τα Βαλκάνια, την Κεντρική Ασία και την Αφρική, βρίσκουν μια πατρίδα σε αυτή την πόλη.

Όμως το 1943 η Θεσσαλονίκη δεν μπόρεσε να προστατεύσει τους πιο παλιούς κατοίκους της. Οι γενοκτονικές πολιτικές των Γερμανών κατακτητών αφάνησαν το ένα πέμπτο του πληθυσμού της, τους Σεφαραδίτες Εβραίους της. Η αγορά της πόλης σώπασε, τα τραγουδιστά λαντίνο δεν ακούγονταν πια στο Ρεζί Βαρδάρ και στην προκυμαία, οι ύμνοι έπαψαν να αντηχούν στις βανδαλισμένες συναγωγές και στο κατεστραμμένο εβραϊκό νεκροταφείο της οι ζωντανοί έπαψαν να συνομιλούν με τους νεκρούς. Όταν πια οι λίγοι επιζήσαντες επέστρεψαν από τα στρατόπεδα, κατέβηκαν από το βουνό ή γύρισαν από την Παλαιστίνη, η Θεσσαλονίκη τους δεν ήταν πια η πατρίδα τους. Τα σπίτιά τους είχαν καταληφθεί, τα μαγαζιά τους λεηλατηθεί, η ντόπια ιθύνουσα τάξη τούς αντιμετώπισε ως παρείσακτους. Κάποιοι έφτασαν να χαρακτηρίσουν τους επιζήσαντες «αχρησιμοποίητα κομμάτια σαπουνιού», ενώ άλλοι έβλεπαν στους απελευθερωθέντες από τα Σοβιετικά στρατεύματα και στους αντάρτες του ΕΑΜ αιμοσταγείς κομμουνιστές και αντεθνικώς δρώντες σιωνιστές. Οι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης ήταν ξένοι στην ίδια τους την πόλη.
Όμως το τραύμα της Ολοκαυτώματος δεν κακοφόρμισε, ο πόνος δεν μετατράπηκε σε μνησικακία. Οι άντρες και οι γυναίκες, εκείνοι που διασώθηκαν από τη χειρότερη δολοφονία που γνώρισε η ανθρωπότητα, έδειξαν αναπάντεχες αντοχές, έφτιαξαν ξανά τη ζωή τους από την αρχή, στο Ισραήλ, στην Αμερική, στην Ευρώπη και όσοι άντεξαν τη συμβίωση με τα φαντάσματα, στη Θεσσαλονίκη. Έμειναν δίπλα μας, υπομνήσεις ενός ακατανόητου θανάτου, αλλά και αποδείξεις μιας ακατάβλητης θέλησης για ζωή.

***

Γιατί έχει σήμερα νόημα να τα θυμόμαστε όλα αυτά εμείς οι Θεσσαλονικείς, Εβραίοι και μη-Εβραίοι; Είναι μόλις η τρίτη χρονιά που ο Δήμος Θεσσαλονίκης, το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο και η Ισραηλιτική Κοινότητα οργανώνουν την πορεία μνήμης για τους 50.000 συμπολίτες μας που χάθηκαν στα κρεματόρια του Άουσβιτς-Μπιρκενάου. Ξεκινήσαμε μπροστά από το μνημείο, σε μια προσπάθεια να ραγίσουμε τη σιωπή που έκατσε πάνω στην πόλη για πολλές δεκαετίες. Γνωρίζουμε όμως καλά ότι αυτό που κάνουμε, τα μνημεία και οι τελετές, η τακτική, ετήσια ανάκληση της μνήμης του Ολοκαυτώματος, όσο αναγκαία και να είναι εξημερώνει αυτό που θα έπρεπε διαρκώς να διαταράσσει, καθιστά οικείο αυτό που δεν μπορεί παρά να είναι καταστατικά ανοίκειο. Τα μνημεία είναι αναγκαία, αλλά δεν φτάνουν. Γιατί μπορεί να σκοτώσουν τη μνήμη όσο και η αποσιώπηση.
Η άγνοια, η άρνηση και η αποσιώπηση είναι βέβαια πάντα μαζί μας. Τα σταθερά υψηλά ποσοστά της Χρυσής Αυγής, ο λόγος του μίσους των ηγετών και των μελών της, η διάχυτη δυσανεξία προς το διαφορετικό στο δημόσιο λόγο, όπως όμως και η αδυναμία ενσωμάτωσης της γενοκτονίας των Ελλήνων Εβραίων στην εκπαίδευση, μας υπενθυμίζουν τα πολλά βήματα που μένει ακόμη να γίνουν. Αλλά σήμερα η αποσιώπηση μοιράζεται το δημόσιο χώρο με μια πληθωρική αναφορά στο Ολοκαύτωμα. Την εποχή της κρίσης, η γενοκτονία των Εβραίων είναι στα χείλη όλων μας. «Είμαστε οι Εβραίοι της Ευρώπης» ισχυρίζονται κάποιοι, για «κοινωνικό Ολοκαύτωμα» μιλάνε άλλοι. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός της χώρας αναγκάζεται (και είναι προς τιμήν του), να αποστασιοποιηθεί από έναν λόγο που στο όνομα της συμπάθειας παράγει πόνο προσβάλλοντας τη μνήμη εκατοντάδων συμπολιτών μας. Για μια Ελλάδα εξαντλημένη και καταρρακωμένη, το Ολοκαύτωμα μοιάζει να είναι σήμερα ο τρόπος που αντιλαμβανόμαστε τον εαυτό μας: είμαστε οι καταδιωκόμενοι παρίες μιας τιμωρητικής Ευρώπης. Όμως αυτό το «εμείς» αποκλείει ξανά τους Εβραίους μας καταχρώμενο το πιο καίριο σημείο της ταυτότητάς τους. Το τίμημα δεν είναι αμελητέο.
Δεν έχει νόημα να αστυνομεύσει κανείς τις χρήσεις του Ολοκαυτώματος. Από τη στιγμή που θα αρθρωθούν, τα λόγια μας γίνονται λόγια πολλών ανθρώπων. Όμως η μνήμη του Ολοκαυτώματος δεν μπορεί και δεν πρέπει να εξαντλείται σε μια αυτοθυματοποίηση. Η πληθωρική χρήση του Ολοκαυτώματος δεν είναι αντίδοτο στη δηλητηριώδη ρητορική της Χρυσής Αυγής. Χρειάζεται να ξανακούσουμε τα λόγια των επιζώντων και εκεί ίσως βρούμε ψήγματα μιας άλλης στάσης ζωής, που είναι και δική μας. Όταν με αφέλεια ρωτώ έναν επιζήσαντα πώς αισθάνεται που στη δύση της ζωής του βιώνει μια απρόσμενα σκληρή κρίση, η απάντηση είναι πάντα «θα το περάσουμε και αυτό». Τα λόγια αυτά μού είναι οικεία. Είναι τα λόγια των Ρωμιών που επιβίωσαν από τη Μικρασιατική Καταστροφή, την Κατοχή και τον Εμφύλιο, τα λόγια των προσφύγων που φτάνουν σήμερα κυνηγημένοι από τον Καύκασο, την Κεντρική Ασία ή την Μέση Ανατολή. Είναι λόγια που δεν κρύβουν αγανάκτηση, θυμό και οίκτο, αλλά εγκαρτέρηση και στωικότητα. Αφηγούνται όχι μόνο μια ατέλειωτη σειρά βασάνων αλλά και μια εκπληκτική θέληση για ζωή. Αποτελούν για όλους εμάς, γενιές που μεγάλωσαν με άνεση και ασφάλεια, ένα μάθημα ζωής, έναν ύμνο στην ανθρώπινη επινοητικότητα και την φαντασία, την υπομονή και την επιμονή.
Το Ολοκαύτωμα δεν μπορεί να τεθεί εκτός ιστορίας, ούτε και εκτός του παρόντος. Είναι όλων μας, αλλά κομμάτι των Εβραίων μας. Όμως τα λόγια των επιζώντων μπορούν να γίνουν και δικά μας λόγια όταν μας υπενθυμίζουν τη σημασία της επίγνωσης και του μέτρου, της εγκαρτέρησης και της σύνεσης, τους χαμηλούς τόνους, την προσαρμοστικότητα, την ακατάβλητη επιθυμία για μια ζωή από την αρχή, για μια καλύτερη ζωή, όταν γύρω υπάρχει μόνο θάνατος. Αυτή ήταν η δική τους αξιοπρέπεια, αυτή ας είναι και η δική μας. Για να τιμήσουμε αυτό το Ολοκαύτωμα είμαστε όλοι και όλες σήμερα εδώ.
Σας ευχαριστώ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου